Ήμανε (ήμουν) στο θέατρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών (Κρατικό το λέμε όλοι) την προηγούμενη Κυριακή για να παρακολουθήσω δύο όπερες. Δύο, γιατί ήταν μικρές σε διάρκεια. Η πρώτη ήταν ο “Οιδίπους Τύραννος” (Έντιπο Ρε) και η δεύτερη οι “Παλιάτσοι”, του Ρουτζέρο Λεονκαβάλο αμφότερες.
Εκπρόσωπος του βερισμού και αυτός, όπως και ο Mascagni (Μασκάνι, αλλά δεν μας κάνει γιατί δεν τον πάω μία. Ήτανε μέλος του φασιστικού κόμματος του Μουσολίνι). Βερισμός, από το ιταλικό βέρο-αλήθεια, σημαίνει ρεαλισμός. Τα θέματα του ιταλικού βερισμού είναι παρμένα κυρίως από την καθημερινή ζωή των χαμηλών τάξεων, αλλά το κυρίαρχο στοιχείο είναι ότι το συγκεκριμένο κίνημα προσπαθεί να μην προβάλλει τις απόψεις του δημιουργού πάνω στο έργο αλλά απλά να παρουσιάσει τα γεγονότα με αντικειμενικό τρόπο. Δεν γίνεται αυτό φυσικά, γι’ αυτό και ο βερισμός δεν διήρκεσε πάνω από 20 χρόνια. Τέλος με τα ιστορικά στοιχεία.
Η μουσική του Λεονκαβάλο είναι καταπληκτική. Συνεχώς σε κίνηση, ποτέ στατική, μα με τρόπο που να μην κουράζει το αυτί, χωρίς να είναι υπερβολικά φορτωμένη. Άγνωστος συνθέτης και ήταν καλή ευκαιρία για να τον ακούσουμε, γιατί πέρα από τους Παλιάτσους και το Βέστι λα Τζούμπα (άρια στους παλιάτσους), δεν ξέρουμε και πολλά πράγματα.
Ξεκινάω με τον Έντιπο. Η υπόθεση γνωστή. Δεν την γράφω, ψάξτε στο Ιντερνετ και διαβάστε τη. Ηθικολογική είναι ούτως ή άλλως, ότι δεν πρέπει να κάνουμε αιμομιξίες γιατί σκοτωνόμαστε. Στα παλιά τα χρόνια δεν υπήρχε η έννοια του γένους, οπότε μπορούσαν να πάνε αδερφές με αδερφούς, με μανάδες, με ξαδέρφια, γενικά γινόταν κόλαση. Επειδή όμως διαπίστωσαν ότι αυτό δεν τους βγαίνει σε καλό, το σταματήσανε, και το κάνανε και μύθο για να εντυπωθεί καλύτερα σε όλους. Διαβάστε και την “καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους” του Ένγκελς για να τα δείτε και στην ολότητά τους. Πάμε και στην παράσταση τώρα.
Λοιπόν, ο τύπος που ερμήνευε τον Οιδίποδα, δεν ήταν καλός. Φωνή που δεν περνούσε, βραχνός, αδυναμίες στις ψηλές. Δεν ήταν να τον κλαίνε οι ρέγγες, αλλά για πρωταγωνιστικό ρόλο σίγουρα δεν ήταν. Ο Κρέοντας ήταν πολύ καλός, κι ο Τειρεσίας επίσης. Η Ιοκάστη δεν μου έκανε εντύπωση. Ο βοσκός του Λάιου, τενοράκος, και ο αγγελιοφόρος καλός, στιβαρός. Η χορωδία ανέκφραστη και αδιάφορη. Σκηνοθετικά στατικό το έργο, τα σκηνικά εντελώς αφαιρετικά, ένα χέρι να συμβολίζει το θείο (τον θεό, όχι τον αδερφό του πατέρα σου) και ένα πόδι την εξουσία.
Οι Παλιάτσοι είναι γνήσιο έργο βερισμού. Η πραγματική ζωή, στην προκειμένη περίπτωση των καλλιτεχνών ενός θιάσου της Κομέντια ντελ Άρτε. Ο Κάνιο, αρχηγός του θιάσου και ερμηνευτής του ρόλου του παλιάτσου της Κομέντια, είναι παντρεμένος με την Νέντα, την Κολομπίνα. Καθώς ξεκινάει το έργο ο Κάνιο κάνει την δήλωση ότι όλα αυτά που θα δούμε δεν σχετίζονται με την πραγματικότητα. Αφού τελειώνει και διαφημίζει το βραδυνό έργο, καλούν τον θίασο για να πιει στην κοντινή ταβέρνα. Ο Κάνιο και ο Μπέπε (ο Αρλεκίνος στην Κομέντια-εραστής της Κολομπίνα) δέχονται, αλλά ο Τόνιο, (ο καμπούρης Ταντέο) αρνείται και το κοινό καλαμπουρίζει λέγοντας ότι ο Τόνιο ετοιμάζεται να τα ρίξει στην Νέντα. Ο Κάνιο προειδοποιεί ότι παρά το γεγονός ότι ο ρόλος του επιβάλλει να είναι ένας χαζός σύζυγος, εντούτοις στην κανονική του ζωή δεν θα ανεχόταν να γίνει κάτι τέτοιο. Αφού βέβαια διαβεβαιώνει τους πάντες ότι δεν υποψιάζεται την Νέντα, φεύγουν. Εκείνη τη στιγμή, ο Τόνιο που έμεινε πίσω ομολογεί στην Νέντα ότι την αγαπάει, αλλά αυτή τον περιγελάει. Τότε εκείνος προσπαθεί να την πάρει με τη βία, αλλά εκείνη τον χτυπάει και ξεφεύγει. Έρχεται ο Σίλβιο, ένας θεατής, ο οποίος είναι εραστής της Νέντα. Ο Τόνιο που στο μεταξύ κρυφάκουγε, φεύγει να ειδοποιήσει τον Κάνιο στην ταβέρνα. Την ώρα που μπαίνει μέσα ο Κάνιο, ο Σίλβιο και η Νέντα αποχωρίζονται και τους ακούει. Η επόμενη σκηνή δείχνει την παράσταση, όπου ο Παλιάτσος υποψιάζεται ότι η Κολομπίνα τον απατάει. Στο τέλος, απειλεί την Κολομπίνα ότι θα την σκοτώσει προκειμένου να ακούσει το όνομα του εραστή της στην τελευταία της πνοή. Ενώ την μαχαιρώνει αληθινά, η Νέντα αναφωνεί “Σίλβιο” και ο Σίλβιο πετάγεται από το κοινό βλέποντας την αγαπημένη του νεκρή. Τότε ο Κάνιο σκοτώνει κι εκείνον, φωνάζει “η κωμωδία τελείωσε” και υποκλίνεται. Πέφτει η αυλαία, τέλος, πάμε σπίτια μας.
Το ενδιαφέρον στην ιστορία είναι η ανατροπή. Ξεκινάει με ένα ιδεολόγημα που κυριαρχούσε επί ρομαντισμού (και ο βερισμός ήρθε σαν απάντηση στον ρομαντισμό), το ότι οι καλλιτέχνες είναι εκτός της κοινωνικής ζωής, ότι η Τέχνη δεν αναπαριστά την κοινωνία (γι’ αυτό και στον ρομαντισμό υπήρχαν πολλά θέματα παρμένα από τη μυθολογία, βλέπε το “Δαχτυλίδι των Νιμπελούνγκεν” του Βάγκνερ) και καταλήγει να το ανατρέπει, δείχνοντας ότι οι καλλιτέχνες δεν διαφέρουν σε τίποτα από τους άλλους. Δεν είναι βέβαια και σοσιαλιστικός ρεαλισμός, να δίνει και προοπτική εξέλιξης της κοινωνίας κτλ.. Μου άρεσε πάντως αρκετά σαν σύλληψη.
Οι Παλιάτσοι ήταν αρκετά καλύτερη παράγωγη σε σχέση με τον Έντιπο. Όλο το καστ ήταν εξαίρετο. Η χορωδία έδωσε καλή παράσταση, αλλά βέβαια στο φωνητικό μέρος τράβηξαν το βάρος οι Βούλγαροι τενόροι, να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους. Η σκηνοθεσία ήταν ευρηματική, με κινηματογραφημένο υλικό που καθρέφτιζε ό,τι γινόταν στην σκηνή και επεξεργασμένο για να δίνει την εντύπωση παλιού βωβού κινηματογράφου. Οι ηθοποιοί επί σκηνής φορούσαν τα παραδοσιακά κοστούμια της Κομέντια ντελ Άρτε, αλλά στο βίντεο φαινόταν η ίδια περίπου σκηνή, με ανθρώπους χωρίς κουστούμια, σαν να διαδραματιζόταν η σκηνή σε ένα απλό σπίτι. Εκτιμώ ότι ήθελε να τονίσει ακόμα περισσότερο την ανατροπή της αρχικής δήλωσης, κι αυτό μου άρεσε ιδιαίτερα. Γενικά φάνηκε ότι το βάρος δόθηκε στους Παλιάτσους και όχι στον Οιδίποδα.
Συνοψίζοντας, το αποτέλεσμα ήταν πάρα πολύ καλό. Το θέατρο γεμάτο. Από την άλλη, το φοιτητικό εισιτήριο στον πρώτο εξώστη είχε 20 Ευρώ. Δεν τα κλαίω, αλλά 20 Ευρώ για μια παράσταση; Εντάξει, θα μου πεις ότι ήταν τόσοι μουσικοί επί σκηνής, δουλέψανε τόσοι αθρώποι, πρέπει να πληρωθούν. Στάσου ρε μάστορα, γιατί δλδ. θα πρέπει να βγουν από το εισιτήριο αυτά τα λεφτά; Ο πολιτισμός δλδ. θα πρέπει να αποφέρει κέρδος σε μια επιχείρηση (η Όπερα Θεσσαλονίκης είναι επιχείρηση, όπως και το ΚΘΒΕ, όπως και τα Μέγαρα Μουσικής, κτλ.); Γιατί να μην επιχορηγούνται απλά, με μόνο σκοπό την παραγωγή καλλιτεχνικού έργου; Να ικανοποιεί ο πολιτισμός τις ανάγκες της λαϊκής οικογένειας, όχι αυτών που τα έχουνε.
Κοίτα να δεις, πάλι ξέφυγα από το αρχικό θέμα. Γι’ αυτό δεν έπαιρνα καλούς βαθμούς στην έκθεση μάλλον…