Απεργία λέμε.
Πάντα όταν έρχεται απεργία θυμάμαι δυό περιστατικά. Τα περιγράφω έτσι όπως τα θυμάμαι:
Περιφρούρηση απεργίας έξω από τον Λαμπρόπουλο στη Τσιμισκή, στη Θεσσαλονίκη. Η ντουντούκα προσπαθεί να δημιουργήσει κλίμα, συνθήματα, προκηρύξεις, κακό. Κάποια στιγμή επέρχεται μια κούραση γενικότερη, κάποιοι αρχίζουν να γκρινιάζουν, τέλος πάντων, σε μια προσπάθεια ανάτασης του ηθικού ο Παύλος ακούγεται από τη ντουντούκα: “Λαμπρόπουλε, καλέ Λαμπρόπουλε, ουου! Είμαι κεφάτος, ψωνίζω απ’ του Βερόπουλου, είμαι κεφάτος και κλείνω του Λαμπρόπουλου!”
Δεύτερη σκηνή με περιφρούρηση απεργίας κάπου έξω από τη Θεσσαλονίκη (νομίζω Πετρόλα), κάπου 6 το πρωί, το κρύο να περονιάζει το κόκκαλο. Ο Πρίαμος ρίχνει την ατάκα: “Ρε μαλάκα, τί κρύο είναι αυτό! Πάγωσε το πουλί μου και μου κρυώνει το γόνατο!”
Άντε γερά.